προαναστέλλω

προαναστέλλω
ΜΑ
αναχαιτίζω, συγκρατώ εκ τών προτέρων («τὰς ταραχὰς προαναστέλλων τῆς ἐκκλησίας», Σάθ.)
αρχ.
παθ. προαναστέλλομαι
(στη χειρουργική) χαράσσομαι, ανοίγομαι για πρώτη φορά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ-* + ἀναστέλλω «αναχαιτίζω, συγκρατώ»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • προαναστέλλῃ — προαναστέλλω check beforehand aor subj mp 2nd sg προαναστέλλῃ , προαναστέλλω check beforehand aor subj act 3rd sg προαναστέλλῃ , προαναστέλλω check beforehand pres subj mp 2nd sg προαναστέλλῃ , προαναστέλλω check beforehand pres ind mp 2nd sg πρ …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προανέστελλον — προαναστέλλω check beforehand aor ind act 3rd pl προανέστελλον , προαναστέλλω check beforehand aor ind act 1st sg προανέστελλον , προαναστέλλω check beforehand imperf ind act 3rd pl προανέστελλον , προαναστέλλω check beforehand imperf ind act 1s …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστειλάντων — προαναστέλλω check beforehand aor part act masc/neut gen pl προαναστειλάντων , προαναστέλλω check beforehand aor imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστελλούσης — προαναστέλλω check beforehand aor part act fem gen sg (attic epic ionic) προαναστελλούσης , προαναστέλλω check beforehand pres part act fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστείλω — προαναστέλλω check beforehand aor subj act 1st sg προαναστείλω , προαναστέλλω check beforehand aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστείλῃ — προαναστέλλω check beforehand aor subj mid 2nd sg προαναστείλῃ , προαναστέλλω check beforehand aor subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστέλλει — προαναστέλλω check beforehand pres ind mp 2nd sg προαναστέλλει , προαναστέλλω check beforehand pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστέλλοντα — προαναστέλλω check beforehand pres part act neut nom/voc/acc pl προαναστέλλοντα , προαναστέλλω check beforehand pres part act masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστέλλοντι — προαναστέλλω check beforehand pres part act masc/neut dat sg προαναστέλλοντι , προαναστέλλω check beforehand pres ind act 3rd pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προαναστέλλουσι — προαναστέλλω check beforehand pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) προαναστέλλουσι , προαναστέλλω check beforehand pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”